27.5.08

Academic Pride













"Η Γαλλία με μόρφωσε, οι ΗΠΑ θα με προσλάβουν, ποιος είναι πιο ηλίθιος;"
"Η έρευνα οπισθοχωρεί" ( μεγάλο μέρος της πορείας έγινε περπατώντας προς τα πίσω)
"Ας σώσουμε την έρευνα"
"Η κοινωνιολογία δεν είναι ένα δείπνο γκαλά"
"Ενοικιάζεται ερευνητής"
"Οχι στην αβεβαιότητα"

Οταν η έρευνα βγαίνει στος δρόμους

Ανταπόκριση το βράδυ
Αντε να μεταφράσεις τώρα αυτό που λέει η αφίσα
Ας πούμε ότι λέει: Η πορεία όλων των γνώσεων, για την ανεξαρτησία της επιστήμης, ενάντια στην προσωρινότητα (;;; για αυτή τη λέξη πολύ αμφιβάλλω)
περισσότερα εδώ academic pride

26.5.08

Χαζεύοντας τις φυλές της Belleville

...Απολαμβάνοντας ένα πάμφθηνο (απλό) μεσημεριανό στο Bar Berry Zèbre
...το οποίο σερβίρει ολημερίς και μέχρι τα μεσάνυχτα, μεγάλες entrecotes, συμπαθητικά λοιπά φαγητά, και όχι σούπερ γλυκά...
...αλλά ενδέικνυται για χάζεμα...

(κλικ στις φωτό για μεγένθυση)

108, Boulevard Belleville, 75020 Paris

20.5.08

Προσεχώς: Α-κτιστο


Φίλοι είναι , η γάτα θα έχει φύγει από Αθήνα, ας πάει κάποιος/α να μας πει...
20/05/08-30/05/08

συζήτηση: Παρασκευή 23 Μαϊου 2008, 19:00
Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο
Βασ. Σοφίας 22-106 75 Αθήνα

http://www.errands07.blogspot.com/

19.5.08

The Year of Magical Thinking


A too beautiful mourning



Vanessa Redgrave brings radiance to Joan Didion's account of her disarray after the deaths of her husband, John Gregory Dunne, and their daughter

Susannah Clapp
Sunday May 4, 2008
The Observer

The Year of Magical Thinking
Lyttelton, London SE1

On 30 December 2003 the screenwriter and novelist John Gregory Dunne was by the fireside of his apartment on Manhattan's Upper East Side. He and his wife of 40 years, the writer Joan Didion, had just got back from visiting their daughter, Quintana, in hospital. Didion was preparing a salad; Dunne was having a whisky and looking at a book about the origins of the First World War. They were chatting. And then Dunne stopped talking, in mid-flow, arrested by a massive heart attack. Didion at first thought he was joking. Later that evening he was pronounced dead.

We know all this because Didion wrote it down. With the clarity she has brought as a journalist to political conventions, she itemised the physical circumstances of her husband's dying: the syringes left by the paramedics who tried to revive him; the Metropolitan Museum card he was carrying; the hospital social worker who summed her up as 'a pretty cool customer'. With a novelist's delicacy, she chronicled the derangement caused by sorrow: the rational reporter found herself making illogical wagers with fate, bargaining with destiny as if, by performing various rites of her own devising, events could be reversed, and the dead brought back to life. The resulting book, The Year of Magical Thinking, is crisp, and wry about her own disarray. It was a bestseller, and taken up as a bereavement manual: one reviewer declared, 'I cannot imagine dying without this book'. Eighteen months after Dunne's death, the couple's 39-year-old daughter, who had survived a series of medical emergencies, died of pancreatitis.

This stage version of The Year of Magical Thinking, adapted by Didion herself and already seen on Broadway, is the story of these two deaths and their survivor. It's a monologue, spoken by Vanessa Redgrave, statuesque and so totally different from the sparrow-like Didion that she is exempt from any charge of imitation. It's directed by David Hare, who has himself supplied a memorable monologue about the Middle East, and who returns to the National after an absence of some four years: he thought the theatre should have expanded its sold-out run of Stuff Happens. It's already a hot ticket. Yet in turning from page to stage, Didion's account has dropped in intensity and precision. It has turned from confession to performance. It has become a tour de force.

Some diminution was probably inevitable. Spoken aloud under spotlights, addressed to an audience, rather than revolved secretly in the mind, this magical thinking is exposed to rational scrutiny. It looks less potent, less likely to ensnare a sceptical mind. What is a prayer on the page becomes more like a sermon on the stage. Things glanced at in the book get spelt out on the boards. Accidental moments of peculiar humour, when Didion catches herself in an absurd assumption, begin to sound wilful. She hears a literary agent lining up her husband's obituaries, and catches herself wondering whether in Los Angeles, hours behind New York, John Gregory Dunne really is dead. That's plausible as a woozy thought (or perhaps as an Einsteinian edict); as a pronouncement, it sounds like a feeble joke.

There are other difficulties. Vanessa Redgrave - probably the most beautiful human being on the London stage - can't help touching this mourning tale with radiance. As she looks back on family life - Christmas in Honolulu with leis draped over the computers, the Malibu beaches, the boarding of a plane to Europe barefoot - luminosity keeps breaking through. She turns a compulsive repetition of the facts about dying into a marital eulogy.

By the standards of Redgrave's non-stop rippling expressiveness, this is mill-pond acting, but in comparison to Didion's prose, it is like a waterfall. Redgrave - perched, in grey trousers, on a nicely designed wooden chair - mutters at a rate of knots. Every change of mood is marked by a switch in tone or the level of voice. When she talks about a frontal assault on self-pity, she clenches her fists to her breasts; she can't resist miming a vortex. She pulls loose her scrunched-up hair; she swings her wrist inside a significant bangle; she jabs her finger at the audience; she hardly moves across the stage, yet her face is scarcely ever still.

Every small thing is beautiful; this is high-voltage good taste. As is Bob Crowley's design: a beautiful series of abstract backdrops, which succeed each other like a series of dove-grey and charcoal waves, ending in a snowdrift of white, and a tent of black. Both chic and bleak, it cleverly suggests both a state of mind and an interior design.

Didion's play wants to go beyond this, and make her history universal. 'The details will be different but it will happen to you,' she says at the beginning of this play. That's not true. It's the details - as Didion's own journalism shows - that count. There is no 'it' without them. This isn't an exemplary tale: it's a personal one. Not every woman finds she can't get rid of her husband's shoes because 'he would need shoes if he was to return'. Hardly anyone thinks of grief, as she does, as 'a place none of us know until we reach it', because most people don't think of grief as an architectural opportunity but rather as a terrible eruption. Not everyone thinks, as she does, that the bereaved look different - raw and fragile. Most of the bereft walk around terrifyingly unblemished.

16.5.08

Οταν ο Le Corbusier πήγε για φαγητό

Τρεις λόγους βλέπουμε για να βρεθεί κανείς στο Poissy:

1. Να είναι καλεσμένος σε barbecue στο Mareil sur Mauldre αλλά να θέλει να φτάσει εκεί μέσω κωλοπετινίτσας εξερευνώντας τις όχθες του Σηκουάνα στα περίχωρα του Παρισιού.

2. να γνωρίζει ήδη την ύπαρξη της καταπληκτικής péniche (ποταμόπλοιο) Le Boucanier.

3. Να έχει αρχιτεκτονικές ανησυχίες (ή αρχιτεκτονικά κολλήματα). Στην περίπτωση μας ίσχυσε το πρώτο καταρχήν και μετά το δεύτερο.

Το Poissy ανήκει στο département 78, που αποτελεί τμήμα του Νησιού της Γαλλίας (Ile de France), στο κέντρο του οποίου είναι το Παρίσι. Στη διαδρομή περνάς και από Nanterre (για το οικονομικό κέντρο και τη «νέα Αψίδα»), το Neuilly (για να ξέρουμε που μένει ο πρόεδρός μας) και Saint Germain en Laye (για το δάσος και το Château). Το Mareil sur Mauldre είναι ένα μικρό γραφικό χωριό, μισή ώρα από το Παρίσι με μικρά σπιτάκια και πανέμορφους κήπους σε έναν από τους οποίους η γάτα βρήκε την υγειά της. Πηγαίνοντας όμως εκεί και αναζητώντας τροφή και μπύρα ανακαλύψαμε το Le Boucanier. Ένα ποταμόπλοιο που κάνει χρέη εστιατορίου και μπαρ, χαμένο μέσα στην πυκνή βλάστηση της περιοχής με υπέροχα φαγητό, συχνά live και θέα στο μικρό νησάκι με τους άπειρους μυοκάστορες(πρώτη γνωριμία με τη βουνίσια γάτα). Αναζητώντας ένα ανοιχτό tabac στο περίφημο Poissy μια ωραία αργία (=δε βρέθηκε ποτέ), η γάτα που είναι και αρχιτέκτονας άρχισε να σκέφτεται «κάτι μου λέει αυτό το Poissy ». Και ενώ έσπαγε το κεφάλι της εμφανίζεται μπροστά της ο ακατονόμαστος: μια ταμπέλα δηλαδή με τα σημαντικά κτίρια της περιοχής. Η Villa Savoye αυτοπροσώπως. Είναι γνωστό ότι όποιος έχει πάει με μέσα μαζικής μεταφοράς να την επισκεφτεί έχει ταλαιπωρηθεί πολύ για να τη βρει. Ε…και εμείς ψάξαμε από εδώ, ψάξαμε από εκεί, ταμπέλες ακολουθήσαμε αλλά τζίφος. Έτσι η βουνίσια γάτα αποκτά επάξια τον τίτλο του αρχιτέκτονα που ζει στο Παρίσι, βρέθηκε τυχαία στο Poissy και ουδέποτε είδε live τη Villa Savoye (σπάνιο είδος η βουνίσια γάτα)

Συμπέρασμα: Αν πάτε ποτέ να χαιρετήσετε το Le Corbusier, μη παραλείψετε μια βόλτα από το Le Boucanier ( και μη διστάσετε να πάρετε όλο το menu).

Le Boucanier : 32, avenue Emile Zola, 78300 Poissy

Villa Savoye : 82 rue de Villiers 78300 Poissy (και αν τη βρείτε γράψτε μου)

14.5.08

Μέρες και νύχτες στα Πετράλωνα [2]

Λέει το ρητό: Η μέρα με τη νύχτα….Εκείνα τα παλιά χρόνια ( βλέπε προηγούμενο ποστ) η γάτα πήγαινε στα Πετράλωνα μόνο το βράδυ. Τώρα πάει μόνο πρωί- μεσημέρι…Με όλα αυτά τα καφέ-εστιατόρια, τα Πετράλωνα έχουν χάσει τη μαγεία τους το βράδυ. Όμως το μεσημέρι είναι πάντα ήσυχα, με τους κατοίκους της περιοχής, τους σκύλους και τις γατούλες…Ένα από τα πρώτα «νέα» μαγαζιά που άνοιξαν ήταν και οι Πλειάδες. Τέλειος συνδυασμός με το Ζέφυρο. Πέραν από τις τεράστιες και νοστιμότατες ποικιλίες ( βλέπε φωτό) ήταν από την αρχή ένα προσεγμένο μέρος χωρίς να είναι δήθεν: με το βασιλικό σε κάθε τραπέζι, με ένα εσπρέσσο γεμάτο ( παρόλο που η γάτα δε πίνει εσπρέσσο), και κυρίως με το χαμόγελου του/της σερβιτόρου/ας. Δεν είναι ίδιο το βράδυ…Τότε γίνεται χαμός. Για αυτούς που δε μπορούν να βρεθούν εκεί καθημερινή μεσημέρι, προτείνουμε Κυριακή 6-8. Κενή ώρα στα αθηναϊκά ωράρια, ούτε μεσημεριανός καφές, ούτε βραδινό ποτό…Κοινώς η ώρα που είναι ήσυχα. Ας πούμε και για μια άλλη διεύθυνση στα πέριξ. Στο Οινοθεραπευτήριο πριν αρκετά χρόνια μπορούσες να φας υπέροχα ψάρια, μεγάλες σαλάτες και τσίπουρο Τσιλιλή. Και μιαν ωραία πρωία εμφανίστηκε το νάυλον, οι κρατήσεις και τα τραπεζάκια στην απέναντι πυλωτή (!!!), και προφανώς ανέβηκαν οι τιμές και το σέρβις έγινε άθλιο. ΟΜΩΣ ο μάγειρας ( ή η μαγείρισσα) δεν άλλαξε. Τις καθημερινές λοιπό έχει απίστευτα και ολόφρεσκα μαγειρευτά…Τα μεσημέρια πάντα. Ένας άλλος κόσμος!

Σε αυτό το μπλογκ, δε γκρινιάζουμε…λέμε μόνο για πράγματα που μας άρεσαν. Εξαίρεση όμως τώρα: Ε, δεν μ’ αρέσουν οι μεταμοντέρνες ταβέρνες που άνοιξαν πρόσφατα και δε μου αρέσουν και οι τιμές τους. Τις είδα ( αλλά δε τις γεύτηκα) αυτές τις ποικιλίες ( βλέπε και πάλι φωτό) και μόνο αν είχαν χρυσό μέσα δικαιολογούνται αυτές οι τιμές.

Και μιας και είμαστε στα Πετράλωνα: Ωραίες οι γαστρονομικές εμπειρίες αλλά μετά ή πριν μια βόλτα στο λόφο επιβάλλεται. Επιβάλλονται και πικ-νικ, αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία!

13.5.08

Ιστορίες Πετραλώνων [1]

Ή ο Χάρης που έγινε Lucien…Μέχρι πριν μερικά χρόνια, οι μόνοι λόγοι για να βρεθεί κάποιος στα άνω Πετράλωνα ήταν είτε για να πάει στο Ζέφυρο, είτε επειδή ήταν κάτοικος της ευρύτερης περιοχής είτε γιατι ήξερε τα κρυμμένα κουτούκια. Το Ασχημόπαππο για παράδειγμα ( το οποίο από ό,τι έμαθα έκλεισε πρόσφατα) ή τα φιλετάκια στην Τριών Ιεραρχών. Πριν πολλά πολλά χρόνια, η γνωστή οδός Τρώων φιλοξενούσε μόνο το Ζέφυρο, τον Οικονόμου και το Χάρη. Ο Ζέφυρος που πιστά έπαιζε παλιές ταινίες, με τις σχεδόν κατεστραμμένες κόπιες του και το αγιάζι να κατεβαίνει από το λόφο, έγινε απ’ ό,τι είδα σήμερα…New star art cinema. Ελπίζω μόνο να συνεχίσει να παίζει παλιές καλές ταινίες. Ο Οικονόμου έμεινε στη θέση του, με το πάντα γενναιόδωρο απλό και προσεγμένο φαγητό του…Και ο Χάρης έγινε Lucien…Ο Χάρης είχε μια μικρή ψησταριά με απίθανα σουβλάκια. Τρία τραπεζάκια στο μικρό (τότε) πεζοδρόμιο, και μερικά πάνω στο δρόμο ( κανείς δε περνούσε τότε από εκεί..). Η βουνίσια γάτα όταν ήταν γατόνι έπαιζε με τις άλλες γατούλες της περιοχής μαζεύοντας τα καπάκια από τις μπύρες και τα αναψυκτικά που η κυρία Χάρη πετούσε στο δρόμο. Μετά ο Χάρης αποφάσισε να ανοίξει κανονικό εστιατόριο στο απέναντι νεοκλασσικό…Δεν έπιασε όμως. Η τέχνη του Χάρη δεν ήταν της σάλας…Ήταν του πεζοδρομίου ( με την καλή έννοια)…Και μετά ήρθε ο Lucien…Λίγο πριν ήρθαν και οι Πλειάδες, λίγο μετά το Οινοθεραπευτήριο και σήμερα συνειδητοποίησα ότι έχουν ανοίξει πάνω από 10 καφέ-εστιατόρια! Για όλα αυτά θα πούμε σε επόμενο ποστ όμως. Ας μείνουμε προς το παρόν στον Lucien

Όταν πρωτοάνοιξε ήταν φοβερή ανακάλυψη για την αιμοσταγή και γαλλοαναθρεμμένη γάτα. Συνεπέστατο περιποιημένο φαγητό σε απόλυτα λογικές τιμές, τον ίδιο τον κύριο Lucien να λέει ιστορίες και να ξινίζει όταν κάποιος ζητούσε καλοψημένο κρέας και να τσακώνεται με την κυρία του. Μετά το κρέας προσαρμόστηκε σε ελληνικό ψήσιμο…και εκεί έχασε λίγο την εκτίμηση της γάτας. Τώρα όμως έφυγε ο γραφικός Lucien και η –συμπαθέστατη κατά τα άλλα κυρία που κάνει χρέη σεφ, σου κάνει μάθημα για να σε πείσει ότι πρέπει το κρέας να είναι άψητο. Και όσο λάτρεις του αίματος και να είμαστε, δεν μας πολυαρέσει αυτό το αφυψηλού βλέμμα της κυρίας. Ούτε το γεγονός ότι έγινε της μοδός το μέρος. Παρόλαυτα, τον επισκεπτόμαστε τον κύριο Lucien γιατί εξακολουθεί να έχει ποιοτικό φαγητό σε λογικές τιμές ( αν και όχι τόσο νόστιμο όσο παλιά) και γιατί ο κόσμος που δουλεύει εκεί μέσα είναι ευγενέστατος και γιατί είναι ωραία να τρως στο μεγάλο τραπέζι παρέα με αγνώστους και γιατί τα πιάτα ημέρας είναι συνήθως πολύ πετυχημένα. Οκ, θα μπορούσε να έχει λίγο καλύτερη επιλογή στα κρασιά, αλλά αυτό συγχωρείται.


Η ιστορία των Πετραλώνων συνεχίζεται …

[Στις φωτό ο Οικονόμου το μεσημέρι, ο ανακαινισμένος Ζέφυρος και το Chez Lucien]

Κουκάκι άνευ φωτό (προς το παρόν)

Μόνο η φωλιά μας προς το παρόν...Γιατί αν δε παινέψεις το σπίτι σου θα πέσει να σε πλακώσει…Όταν η βουνίσια γάτα μεταφέρεται από το Παρίσι στην Αθήνα, πάντα της πέφτει λίγο βαριά η προσγείωση στην αθηναϊκή καθημερινότητα. Μια βραδιά όμως στην ταράτσα της αυθαίρετης ταβέρνας στο περιφερειακό του Φιλοπάππου και η γάτα χαίρεται που είναι πάλι σπίτι της. Το φαγητό δεν είναι εξαιρετικό, είναι όμως εξαιρετική η τοποθεσία, η καλή διάθεση των ιδιοκτητών (νομίζω ότι είναι καινούργιοι ή ξαναγύρισαν οι παλιοί) και σίγουρα είναι μια όαση στην Αθήνα μακριά από τα trendy νέα εστιατόρια και τις μεταμοντέρνες ταβέρνες. Δε μου άρεσε που έβγαλαν τα πολύχρωμα λαμπιόνια, αλλά τι να κάνουμε…Που είναι; Ε, εκεί στου Φιλοπάππου J. Η γάτα όμως είναι κουκακιώτισα. Και μπορεί να ξέρει πολύ καλά τις παλιές ταβέρνες των –ανερχόμενων- πετραλώνων, αλλά η καρδιά της είναι στο Κουκάκι. Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της στο Άνω Κουκάκι ( όπως λένε οι ντόπιοι), δηλαδή προς την Ακρόπολη, σνομπάροντας το Κάτω Κουκάκι. Έτυχε όμως να μετακομίσει προς το δεύτερο πρόσφατα και είναι πεπεισμένη ότι έχει την τύχη να μένει στον αθηναϊκό παράδεισο. Λίγο πιο μακριά από την τουριστική Ακρόπολη ( παθαίνει και απανωτά εγκεφαλικά η γάτα όταν βλέπει το νέο μουσείο Ακρόπολης στη παλιά γειτονιά της), αλλά σε απόσταση αναπνοής από το κέντρο, σε μια πραγματική γειτονιά με πολλά μαργαριτάρια ( κυρίως γαστρονομικά αλλά μπαρόβια), με το λόφο από πίσω, τους ήσυχους δρόμους με τις μονοκατοικίες και τις γάτες παντού και πολλά πολλά άλλα που σε κάνουν dépayser (καμία πρόταση για μετάφραση;) Στην πολύβουη Αθήνα. Πολύ υλικό για τα επόμενα ποστ ( όχι μόνο για το Κουκάκι αλλά όλη την περιοχή πέριξ του αγαπημένου και δεινοπαθούντος λόφου) με προτάσεις για βόλτα λίγο έξω από το κέντρο της πόλης αλλά πάντα μέσα στον δήμο Αθηναίων…Από την παρισολαγνεία θα περάσουμε στη φιλοπαππουλαγνεία…

8.5.08

Sampling- last days...

http://www.locusathens.com/projects/0803_sampling_en.html

Fikret Atay, Koken Ergun, Leyla Gediz, Ozlem Gunyol, Mustafa Kunt, Ahmet Ogut, Cengiz Tekin
Curated by locus athens

Center of Popular Arts & Traditions
6 Agg. Hatzimichalis Str., Plaka

Private View March 13th, 20:00
March 13th – May 11th 2008
Opening Times:
Tuesday - Thursday 9.00-13.00 & 17.00-21.00
Saturday – Sunday 9.00-13.00

locus athens has invited seven Turkish artists to showcase their work for the first time, in Athens, Greece. Rather than providing a survey or totalizing overview of contemporary Turkish art, our exhibition aims simply to suggest a sample of artists and their work which we believe are interesting

Wary of exhibitions whose broader thematics are based on nationality, regionality or the politics inherent in place locus athens hopes this exhibition can be read in much simpler terms, without the pitfalls of ideologies, the fetishization of difference and the complexities of national power exchanges.

Some of the artists’ works portray very personal narratives others touch on broader themes and anxieties. We hope that they give a Greek audience the chance to become acquainted with the vibrancy of the art being produced both in Turkey and by Turkish artists working outside their country today. As well as allowing an equal exchange of both similarities and differences between the contemporary art scenes in each country to be touched upon.

The exhibition is generously being hosted by the Cultural Organization of the Municipality of Athens in the newly renovated Centre for Popular Arts and Traditions, a landmark building designed by Aristotle Zachos in the 1920’s combing regionalist details with starker Modernist traits. The building was designed for Angeliki Hatzimichalis, one of the first collectors of Greek folk art.

Sampling
Fikret Atay, Koken Ergun, Leyla Gediz, Ozlem Gunyol, Mustafa Kunt, Ahmet Ogut, Cengiz Tekin
Επιμέλεια έκθεσης locus athens

Κέντρο Λαϊκής Τέχνης και Παράδοσης
Αγγ. Χατζημιχάλη 6, Πλάκα

Εγκαίνια 13 Μαρτίου 2008, 20:00
13 Μαρτίου – 11 Μαΐου 2008
Ώρες Λειτουργίας
Τρίτη –Πέμπτη 9.00-13.00 & 17.00-21.00
Σάββατο – Κυριακή 9.00-13.00

H locus athens και ο Πολιτισμικός Οργανισμός Δήμου Αθηναίων προσκαλούν εφτά νέους ανερχόμενους Τούρκους καλλιτέχνες να παρουσιάσουν την δουλειά τους για πρώτη φορά στην Αθήνα. Η έκθεση θα λάβει χώρα στο Κέντρο Λαϊκής Τέχνης & Παράδοσης στη Πλάκα, το οποίο στεγάζεται στο κτίριο που σχεδίασε ο αρχιτέκτων Αριστοτέλης Ζάχος (1924-1927) - ένας από τους σημαίνοντες αρχιτέκτονες της Ελλάδας - για την σπουδαία Ελληνίδα λαογράφο Α. Χατζημιχάλη. Σε μια πολυπολιτισμική πλέον Αθήνα, η έκθεση σηματοδοτεί μια νέα εποχή για το Κέντρο Λαϊκής Τέχνης & Παράδοσης του Δήμου Αθηναίων όπου θα φιλοξενούνται, μεταξύ άλλων, εκθέσεις που αναδεικνύουν τα παραδοσιακά και σύγχρονα στοιχεία άλλων λαών, ανοίγοντας σύμφωνα με το πνεύμα της εποχής, νέους ορίζοντες διαλόγου μεταξύ τέχνης, ιστορίας και παράδοσης.

Η έκθεση σκοπεύει απλώς να προτείνει ένα δείγμα της δουλειάς καλλιτεχνών που παρουσιάζουν ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον, αντί να υποδηλώσει μια συνολική ματιά στη σύγχρονη Τουρκική σκηνή.
Έχοντας επιφυλάξεις ως προς εκθέσεις που έχουν ως γενικότερο θέμα τον τοπικισμό ή την πολιτική που τα συνδέει, η locus athens στοχεύει η έκθεση «Sampling» να διαβαστεί με πολύ απλούστερους όρους, χωρίς να πέσει στην παγίδα των ιδεολογιών, τον φετιχισμό του διαφορετικού και την πολυπλοκότητα των εθνικών μας συναλλαγών και αντιπαραθέσεων. Κάποια από τα έργα των καλλιτεχνών διαπραγματεύονται πολύ προσωπικές εμπειρίες και αφηγήσεις, ενώ άλλα αγγίζουν πιο γενικά θέματα και αγωνίες.

Θεωρούμε ότι η επιλογή των έργων θα δώσει στο κοινό την ευκαιρία να γνωρίσει τον παλμό και τη ζωντάνια της σύγχρονης καλλιτεχνικής παραγωγής στη Τουρκία καθώς και Τούρκων καλλιτεχνών που ζουν και δημιουργούν στο εξωτερικό. Ταυτόχρονα θα τονίσει και θα επιτρέψει μια επαφή με ιδέες και εικόνες, διαφορές και ομοιότητες της σύγχρονης εικαστικής σκηνής των δυο χωρών, Ελλάδας και Τουρκίας.

MIRfestival


http://www.mirfestival.gr/indexen.html


MIRfestival
is a satellite, a system in orbit, parallel to other systems, like the Soviet (and later Russian) orbital station it shares its name with. Passing by artists, creators of ephemeral and unique works, stop on MIR for a while to emit their signal before they continue their trip in time and space. MIRfestival is situated on the cutting edge of the new creation, on the provocation of the unexplored, on the violence of birth, on the acuteness of claim.

MIRfestival is happening in the city, securing a breathing space for the artistic creation.
A space where people do have an identity, but what they do does not bear a label. Where no one tries to persuade the others that what they do is “this” or “the other”, because what is more important is the fact that they create and because they have something urgent to transmit. MIRfestival is happening where the experiment takes place, where the arts meet, where encounters happen, where thought on reality is being produced.
The city is the system in which MIR operates.
The planet is its natural environment (in Russian MIR means “world” and “peace”).

MIRfestival welcomes experimental and adventurous creation at the meeting point of arts: performing arts / live media / image. It enables meeting between artists of different provenance and between artists and the audience. It is a place where artists share their vision of the world and of the reality with audiences ready to make a shift, to question their views, to be propelled to new horizons and to see new realities emerge.



Το φεστιβάλ MIR είναι, όπως και ο σοβιετικός διαστημικός σταθμός που του δανείζει το όνομά του, ένας δορυφόρος, ένα παράλληλο σύστημα σε τροχιά. Στο MIR σταματούν περαστικοί δημιουργοί εφήμερων έργων για να εκπέμψουν το σήμα τους για λίγο και να συνεχίσουν το ταξίδι τους στο χώρο και στο χρόνο.
Το MIRfestival βρίσκεται στην κόψη του νέου, στην πρόκληση του ανεξερεύνητου, στη βία της γέννησης, στην αιχμή της διεκδίκησης.

Το MIRfestival συμβαίνει στην πόλη εξασφαλίζοντας ένα χώρο αναπνοής της καλλιτεχνικής δημιουργίας. Ένα χώρο όπου οι άνθρωποι έχουν ταυτότητα, αλλά αυτό που κάνουν δεν έχει ετικέτα· εκεί όπου κανείς δεν προσπαθεί να πείσει ότι κάνει «αυτό» ή «το άλλο», γιατί το πιο σημαντικό είναι πως δημιουργεί, και γιατί έχει κάτι επείγον να μας πει. Συμβαίνει στο χώρο του πειράματος, της συνάντησης των τεχνών και των δημιουργών, της παραγωγής σκέψης πάνω στην πραγματικότητα.
Η πόλη είναι το σύστημα μέσα στο οποίο λειτουργεί· ο πλανήτης το φυσικό του περιβάλλον (άλλωστε MIR στα ρωσικά σημαίνει «κόσμος» και «ειρήνη»).

Το MIRfestival φιλοξενεί πειραματικές δημιουργίες στα όρια των τεχνών, εκεί όπου η σκηνή συναντά την εικόνα και τις νέες τεχνολογίες. Κάνει εφικτή τη συνάντηση καλλιτεχνών διαφορετικών προελεύσεων μεταξύ τους και με το κοινό. Είναι ο χώρος όπου οι καλλιτέχνες μοιράζονται οράματα του κόσμου και της πραγματικότητας με θεατές πρόθυμους να μετακινηθούν, να βάλουν ερωτηματικά, να εκτοξευθούν σε νέους ορίζοντες και να δουν νέες πραγματικότητες να ανατέλλουν.

Τι είναι το MIRfestival;

Το MIRfestival είναι ένα διεθνές φεστιβάλ σύγχρονης τέχνης με θέμα το πείραμα της συνάντησης των τεχνών. Είναι μια περιπέτεια, μια πλατφόρμα συνάντησης των παραστατικών τεχνών και των οπτικοακουστικών μέσων (live media) που επιδιώκει τη συνάντηση της σκηνής με την εικόνα (όπου η λέξη «σκηνή» ενσωματώνει όλη την έρευνα που έχει γίνει τα τελευταία χρόνια στο πείραμα με το σώμα ως σκηνική παρουσία σε οτιδήποτε θεωρούμε performance και η λέξη «εικόνα» ό,τι αποτελεί τον οπτικό πολιτισμό του σήμερα).

Τι θα περιλαμβάνει το MIRfestival;

Performance, προβολές, εγκαταστάσεις βίντεο, πειραματισμούς με τα live media, συναυλίες, παραστάσεις, εκθέσεις, παρεμβάσεις στην πόλη. Φιλοξενούμενοι καλλιτέχνες και σχήματα από διάφορες χώρες αλλά και από την Ελλάδα θα φέρουν κοντά μας ιδέες, παραστάσεις και κάθε είδους ενδιαφέροντα και παράξενα καλλιτεχνικά projects που αξίζει πραγματικά τον κόπο να δούμε.

Πού και πότε θα γίνει το πρώτο MIRfestival;

Το πρώτο MIRfestival προγραμματίζεται για τον Σεπτέμβριο του 2008 και θα γίνει στην Αθήνα σε βιομηχανικά κτήρια και θέατρα γύρω από την περιοχή του Γκαζιού και της οδού Πειραιώς. Περισσότερες λεπτομέρειες θα ανακοινωθούν σύντομα.
Η διάρκειά του θα είναι 9 μέρες (δύο Σαββατοκυρίακα και η εβδομάδα ανάμεσά τους).

Ποιος διοργανώνει το MIRfestival;

Το MIRfestival διοργανώνεται από την αστική μη κερδοσκοπική εταιρία για τη διάδοση της σύγχρονης τέχνης MIR, σε συνεργασία με δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς και ιδρύματα.

remember radiohead?

Ανακάλυψα πως στο http://www.aniboom.com/radiohead/Stage1/ τρέχει ένας διαγωνισμός animation για τους Radiohead. Το πρωτο κλιπάκι θα γίνει video-clip. O διαγωνισμός βρίσκεται ήδη στον ημιτελικό. Αν ανήκετε κι εσείς στους τριαντάρηδες εκείνους που μεγαλώσανε με τις μουσικές των Radiohead και που ακόμα διαθέτουν το χρόνο να ασχοληθούν με κάτι άλλο πέρα από το ποιος παντρεύεται αυτό το καλοκαίρι, ρίξτε μια ματιά...θα μπορούσατε ακόμα και να ψηφίσετε...Προς ενεργοποιήση, voilà το βιντεάκι που μου άρεσε πιο πολύ


6.5.08

Μετατροπή

Υποβολή και Πραγματικότητα στο Βιοτόπιο της Γιάλοβας

Βιβλιοπαρουσίαση

Συγγραφέας Ισμήνη Καρυωτάκη, ‘Μετατροπή, Αντλιοστάσιο, Γιάλοβα’

εκδ. Το Ροδακιό, 2005.

Στο βιβλίο ‘Μετατροπή, Αντλιοστάσιο, Γιάλοβα’ η αρχιτέκτων και ζωγράφος Ισμήνη Καρυωτάκη διηγείται με γραφή, με γραμμές και εικόνες την ιστορία ενός κτιρίου και καθώς συντάσσει τα γραπτά σημεία του χρονικού μιας σύγχρονης περιήγησης απο το κέντρο της Αθήνας προς τη λιμνοθάλασσα και τον βιότοπο της Γιάλοβας Πυλίας, σχηματίζεται μια προσωπογραφία και ενα υδατογράφημα.

Η κρυφή σχέση των δύο, θα αποτελέσει τον πυρήνα αυτής της μελέτης που επαναπροσδιορίζει και αναστοχάζεται έννοιες όπως: η ανάπτυξη, η αξιοποίηση, η προστασία της φυσης, η ορθή επιστημονική παρέμβαση, η δεοντολογία, η αειφορία των φυσικών πόρων και ο ανθρωποκεντρικός περιβαντολλογικός σχεδιασμός.

Σκοπός του οδοιπορικού η εκπόνηση Αρχιτεκτονικής μελέτης της Μετατροπής του Παλιού Αντλιοστάσιου Γιάλοβας Πυλίας σε Κέντρο Περιβαντολλογικής Ενημέρωσης. Τα κτίρια που στεγάζουν τις αντλίες, κατασκευάστηκαν στη δεκαετία του 50’ για να αποξηράνουν, σε όλη την Ελλάδα τα έλη και, ανάμεσα σ’ αυτα, γνωστές λίμνες και λιμνοθάλασσες, με στόχο την ανάπτυξη και τη μετατροπή τους σε καλλιεργήσιμη γή. Στην λίμνη της Γιάλοβας οι τρείς υπόγειες αντλητικές μηχανές που λειτούργησαν για μερικά χρόνια: έπαιρναν το νερό, "το άδραχναν, το στροβίλιζαν, το χτυπούσαν δυνατά, το κομμάτιαζαν, το ανύψωναν και, τελικά, το εκτόνωναν ατόφιο στη θάλασσα" όμως, η αρχική τους λειτουργία, εγκαταλείφθηκε γύρω στο 1960.

Σύμφωνα με τη συγγραφέα τα έργα και οι ημέρες του παλαιού αντλιοστάσιου, υποδεικνύουν τις προυποθέσεις για το σχεδιασμό της μετατροπής, δηλαδή της αλλαγής χρήσης του κελύφους της κατασκεύης, που παρομοιάζεται εδώ με τη μαγεία της μεταμφίεσης και τους διαδοχικούς ρόλους του ίδιου ηθοποιού.Η συναναστροφή του κτιρίου με το τοπίο και το γεγονός οτι βρίσκεται στη στενή λωρίδα μεταξύ βάλτου, λίμνης και όρμου (στο όριο του νερού) οδήγησε στην μορφολογική και λειτουργική αναζήτηση και εν τέλει στο σχεδιασμό της πρότασης.

Η Ισμήνη Καρυωτάκη αναφέρεται στο Αντλιοστάσιο, σα να ήταν έμβιος λιμναίος οργανισμός, του οποίου η προσωπογραφία με το χρόνο έγινε ένα με το τοπίο ″η παρουσία του κτιρίου στο τοπίο είναι απαραίτητη όσο και το νερό, η λιμνοθάλασσα, με την επιμονή της να συνεχίσει να υπάρχει, μεταμόρφωσε το αντλιοστάσιο σε φυσικό παρατηρητή του τοπίου.Ενας παρατηρητής με παρουσία πιο ισχυρή, θα έλεγα απο αυτήν του φυσικου προσωπου.Αλλωστε, πάντα υποστηριζα, πως οι τόποι ειναι πιο ισχυροί απο τα προσωπα″.

Κατα την οργανωση του σχεδιασμού του αντλιοστάσιου κυρίαρχη λειτουργία ήταν η διαδρομή του νερου- αναγκαστική και οχι φυσική -απο τη λίμνη στις υπόγειες δεξαμενες, στους κυλίνδρους των αντλιών, στους αγωγους και απο κεί στη θάλασσα. Το ψηλο ορθογωνιο παραλληλεπίπεδο με τη μαύρη δίρριχτη στεγη, τους κάτασπρους τοίχους και τα τεράστια παράθυρα, μοιάζει με πλωτό υδρόβιο σκάφος που κινείται στα νερά της λιμνοθάλασσας, στα βαλτοτοπια, στις εσχατιες, ‘τον Ορμο του Ναυαρίνου, και της Βοιδοκοιλιάς, την υπερβολή του Λουρου απο τη Γιάλοβα ως το Κορυφάσιον άκρον, το ακρωτήρι του Παλαιου Αβαρίνου ξαντίκρυ στο ακρωτήρι του Τάφου, και την Σφακτηρία, γιγαντιαία τέμνουσα του Ορμου, επαρκώς μετατοπισμένη στο πέρασμα των νερών του Ναβαρίνου.’

Κτίριο και νερό, ομως, δεν τέμνονται, δεν αντικρίζονται, απλά αγγίζονται. Μέσω μιας εφαπτομένης, πλησιάζουν, απείρως, το ένα το αλλο, με τον ίδιο τρόπο που δεν τέμνονται αλλα πλησιάζουν απείρως, η υποβολή την πραγματικότητα. Με δεδομένο αυτόν τον συσχετισμό, η συγγραφέας δημιουργεί ενα παράλληλο αφηγηματικό σύμπαν, στο οποίο τα δρώμενα της Γιάλοβας αναμειγνύονται με εναν φαντασιακό κόσμο, σαν το γλυκό νερό των ποταμών και της λιμνοθάλασσας που αναμειγνύεται με το πέλαγος.

Το υδατογράφημα της Γιαλοβας γίνεται ο τόπος δρασης για το κυνήγι του θησαυρού του πειρατή Kid, η τακτική της αλεπούς στον Μικρό Πρίγκηπα εφαρμόζεται κατα τη διάρκεια της αποτύπωσης, οι φτερωτοί γρύπες με σώμα λέοντα και κεφαλι αετού ταξιδέυουν στα καρτουν του Moebius, οι συνθέσεις του Vivaldi ηχούν σαν άγρια ορνιθοπανίδα, ο βασιλικος χαμαιλέοντας Chamaeleo Africanus επισκέπτεται με το καμουφλάζ του το παλάτι του Νέστορα και τη Βασίλισσα Χλωρίδα στην Πύλο, οι Νύμφες που αποσπούν την σκέψη, συναντιουνται με τον Οδυσσέα και τον Νηλέα στους ελαιώνες του Θεόφιλου. Το βαθύ κυανούν του Da Vinci, οι άγγελοι του El Greco, οι σεκάνς του Jim Jarmoush, το μυστήριο της Patricia Highsmith και του Raymond Chandler, συνυπάρχουν με τις αφηγησεις της Πηνελοπης Δέλτα στα σύγχρονα μυστικά των βάλτων.

Η αντιπαράθεση των διαφορετικών περιβαλλόντων σ’ ένα οικοσυστημα και τα αποτελέσματα της αντιπαράθεσης μεταξυ φυσικών βιοτόπων και ανθρωπινων δραστηριοτητων αποτέλεσαν το κυριο μέλημα της μελέτης.Ο σχεδιασμός της Μετατροπής προχώρησε σε κατόψεις, όψεις, τομές της οριστικής μελέτης και η μελέτη εφαρμογής κρίθηκε, ως εύκολα υλοποιήσιμη. Σημερα, όμως, οι προβλέψεις για την πραγματοποιηση τους, διαγράφονται αρνητικές οι υποσχέσεις για τη χρηματοδοτηση των εργασιων στο αντλιοστάσιο ανήκουν πια στο παρελθόν.Τελικά η υποβολή της φύσης στην πραγματικότητα υπήρξε καταλυτική, το παλιό αντλιοστάσιο θα συνεχίσει να ζεί με το δικό του τρόπο, διαφορετικα απο το σχεδιασμό των ειδικών, θα παραμένει ο ερημίτης της λιμνοθάλασσας, βουβός παρατηρητής των οκτώ σημείων, ενος ορίζοντα, που διαστέλεται στο τόξο της Γιάλοβας.

Η Ισμήνη Καρυωτάκη αφιερωνει το βιβλίο της στον Σίμο, τον αμφίβιο άνθρωπο της λίμνης, δυτη και αναδυόμενο στα όρια υποβολής και πραγματικότητας, ο Σίμος πανανθρωπινος παρά υπεράνθρωπος, βρέθηκε στον Λουρο κωπηλατωντας, όταν ο Λουρος ήταν νησί, μια στενή λωρίδα άμμου που προστατευε τη λιμνοθάλασσα απο το αλμυρό νερό, παραδομένο στους ερωδιους και τα αρπακτικα πουλιά. Μοναδικό του πεπρωμένο να αναζητά τα φαντάσματα της λιμνοθάλασσας, πιθανοί τοποι καταγωγής του ο Παλιοπόταμος του Αχελωου, η Θολή, οι Γουρουνοπούλες, μπορεί όμως και το Δέλτα του Εβρου ή του Πηνειου, η λιμνοθάλασσα της Γιάλοβας, η Σαλαωρα του Αμβρακικου ή η Κοπραινα του Αραχθου.

London headlines

All Power to the Imagination! 1968 and Its Legacies marks the creative resistance of a remarkable year, while placing its lessons in the context of our own times. From April to June and across London, this major season explores 1968 culture, politics and thought and their legacy manifestations in cinema, visual art, literature, music and activism.

http://www.1968.org.uk/


ARCHITECTURE / ART LORIS GREAUD

ICA

Ends Sunday 22 June [Daily 12 - 7:30pm and Thu till 9pm]

The Mall, SW1 T:020.7930.3647 Tube: Charing Cross/Piccadilly Circus general Mon to Fri: £2 / Sat to Sun: £3 | concessions Mon to Fri: £1.50 / Sat to Sun: £2


As the anniversary of the protests of May 1968 in Paris approaches, a young Frenchman is taking the artworld by storm. With simultaneous shows at the Palais de Tokyo and the ICA at the age of 29, this artist is nothing but precocious. His name is Loris Greaud. He has a rare musical talent, having studied at the Conservatoire de Musique, set up his own record label and created DGZ Research -- with architects Marc Doelger and Damien Ziakovic -- a multidisciplinary production studio involved in the realisation this show, Cellar Door (Once Is Always Twice). The installation is a wonderful fusion of art, architecture and music inspired by the symbol of the studio -- a space designed for perpetual creativity. Designed with three identical rooms, separated by high-speed automatic doors, it encourages us to reflect on the uncanny notion of doubling. Stepping into each room is like entering a parallel universe, with patterns derived from stars and architectural geometry, distinctly reminiscent of the geodesic dome of Buckminster Fuller. And you can try sweets from a vending machine, named Celador. Invented by DGZ, they too are a source of illusion, because they have no taste. Like the installation, they encourage you to project yourself into an imaginary world. Visit the show and, to borrow from Greaud's mirrored wall text, "You will see for yourself..."

NB: runs till 22/06. On Thursdays (7 - 9pm) during run the of the show, and only if you are lucky, experience Loris Greaud's multiplication of rooms under the influence of black champagne served by identical triplets.


http://www.parismai68.net/

http://www.freewheelinmedia.com/mai/a/gallery.html


Ο ημίσκυλος Σωκράτης

Η η Οδύσσεια revisitée

Η ακόμα πως μέσα από τα μάτια ενός σκύλου-φιλοσόφου, διχασμένου ανάμεσα στη σκυλίσια φύση του και τη διανοούμενη τάση του, ξαναγράφεται – ανάποδα- η ελληνική μυθολογία και οι ρόλοι των καλών και των κακών αντιστρέφονται…Ο Οδυσσέας, ο Ηρακλής, ο Κύκλωπας ( και Όμηρος ταυτόχρονα) μπαίνουν στο μπλέντερ και δίνουν ένα πανέξυπνο, εικονοκλαστικό και απολαυστικότατο κόμικ που εκτός των άλλων εικονογραφεί γλαφυρά τις σχέσεις άνδρα – γυναίκας.

Επί της ουσίας: Ο ημίθεος Ηρακλής και ο ημι-σκύλος Σωκράτης (καθότι γιος του σκύλου του Δία) αποβιβάζονται στην Ιθάκη. Κουρασμένος από τις ερωτικές περιπέτειες του αφεντικού του, ο Σωκράτης προσπαθεί να τον βάλει στο καλό δρόμο και να κάνει οικογένεια. Για αυτό λοιπόν τον πάει στην Ιθάκη για να παραδειγματιστεί από τον Οδυσσέα και την Πηνελόπη. Μόνο που ο Οδυσσέας (και αφού έχει περάσει τα μύρια όσα για να βρει τη καλή του), εγκαταλείπει ξαφνικά το βασίλειο του χωρίς να δώσει εξηγήσεις. Ακολουθώντας τη λίμπιντό του, ο Ηρακλής παρηγορεί τη Πηνελόπη και όταν εμφανίζεται ο Τηλέμαχος για να σώσει τη τιμή της μάνας του, ο Ηρακλής τον σκοτώνει. Ημι-σκύλος και ημίθεος εγκαταλείπουν το νησί κακήν κακώς …μόνο που στη βάρκα τους εμφανίζεται ο Οδυσσέας… Εγκλωβισμένος ανάμεσα σε «γνωστούς» ήρωες (Ομηρος: ποιητής, τυφλός, κύκλωπας και Οδυσσέας: μία γυναίκα , τρία παιδιά, είκοσι ερωμένες, ένας πόλεμος και ολίγον gay), ο ημίσκυλος Σωκράτης θα γνωρίσει τη προδοσία, τη βία, τη στοργή ακόμα και την ευτυχία…μέσα από μια φιλοσοφική, ερωτική και πολεμική περιπέτεια. Οι διάλογοι και τα σχόλια, απλά ευφυέστατα!

>Socrate, le demi chien ULYSSE, de Sfar & Blain, éditions Dargaud (δε γνωρίζω αν υπάρχει στα ελληνικά ή αγγλικά)

[merci Am pour le cadeau]

5.5.08

Βιβα λος κινεζος!


Ξεφυλλιζοντας το περιοδικο Art Review και συνειδητοποιωντας απο τον αριθμο των διαφημιζομενων εκθεσεων πως η αγορα τεχνης κανει κρα για καλλιτεχνες προερχομενους απο την Ασια και δη την Κινα, αιχμαλωτιστηκα απο μια σκοτεινη σελιδα οπου φιγουραριζε ενας γηραιος κυριος, σχεδον αιχμαλωτος κι αυτος... Μετα απο αναζητηση στο ιντερνετ εμαθα πως προκειται για τον κινεζο ζωφραφο Xia Xiaowan, ο οποιος δημιουργει πινακες 3D ζωγραφιζοντας πανω σε φυλλα γυαλιου και τοποθετωντας τα υστερα κατα μηκος ωστε η απεικονιση να ειναι ορατη απο τον θεατη σε 360 μοιρες. Οργανικες φιγουρες ενα βημα πριν την εξαυλωση, ανθρωποι-τερατα-ανθρωποι σε διαρκη ανασυνθεση, υβριδια που αιωρουνται σε κενο χρονο και χωρο, κατι αναμεσα στον Francis Bacon και στο Alien, σα να σου κανουν εγχειριση ανοιχτου εγκεφαλου και να προβαλλουν σε μια οθονη τις εικονες που παρελαυνουν. Η αισθηση της στιγμης εκεινης ακριβως πριν ξυπνισουμε και χαθει η τελευταια εικονα ενος εφιαλτη.

et pour le plaisir des yeux...















Συστήματα ψαρέματος Canal Saint Martin

Ενα πράγμα όμως δε καταλαβαίνω....Θεωρώ απίθανο κάποιος να φάει ψάρι που έχει πιάσει σε αυτό το κανάλι (βρώμικα). Ας υποθέσουμε λοιπόν ότι ψαρεύει μόνο για το χόμπυ...(ο κύριος με τη τέντα μάλλον περνάει μια υπέροχη Κυριακή). Ποιο το νόημα όμως να φτιάξεις ένα σύστημα για "αυτόματο" ψάρεμα αν δε σκοπεύεις να φας το ψάρι;
Μήπως ψαρεύουν τα παπούτσια του κυρίου που λέει και η φίλτατη Μελίτη;
[Η βουνίσια γάτα πολύ θα ήθελε να είναι τώρα στη θέση του κυρίου...Ανταυτού φοράει le peignoir rose -κάτι σαν την κάπα του Ζορό- απαραίτητη αμφίεση για μια νύχτα μπροστά σε ένα κείμενο παρουσίασης που δε λέει να γραφεί από μόνο του]

3.5.08

Tajine de boeuf aux courgettes

Για να σπάσουμε ολίγον την Παρισολαγνεία και εν όψει ενός γεύματος σε τυνησιακό εστιατόριο της Μπελβιλ στον ήλιο ( ναι, τα καταφέραμε ανέβηκε η θερμοκρασία), ιδού μια απλοιημένη συνταγή για tajine: Χρειαζόμαστε 50 γρ ρεβύθια ( μουλιασμένα αποβραδίς κατά τα γνωστά), 500γρ βοδινό (ωμοπλάτη για παράδειγμα) κομμένο σε μικρά κομμάτια, 2 κρεμμύδια, 8 (!!! ναι ναι...εγώ βάζω παραπάνω...με το ψήσιμο γίνται πολύ γλυκές) σκελίδες σκόρδο (μεγάλες), 1 κιλό κολοκυθάκια, ελαιόλαδο, ένα φλυτζάνι ντοματάκια συν μία ντομάτα ψιλοκομμένη, 1 κουταλάκι harissa (αυτός ο πολτός που καίει καίει και μοιάζει με τσίλι) 2 κουταλάκι κύμινο, ένα ματσάκι φρέσκο κόλιανδρο συν ενα κουταλάκι σε σκόνη, μισό ματσάκι μαιντανό...Τι τα κάνουμε όλα αυτά; ή αυτοσχεδιάζουμε ή περιμένουμε τη συνέχεια απόψε... ο ήλιος μπορεί να μην είναι εκεί για πολλή ώρα :-)

Update: Ο ήλιος όχι μόνο είναι στη θέση του αλλά καίει τρελά. Αυτά είναι που δε μου αρέσουν...ο ξαφνικά καλός καιρός...παίρνουν τα μυαλά αέρα την ώρα που πρέπει κατεπειγόντως να κλειστείς μέσα στο σπίτι, την ίδια ώρα που όλοι/ες λιάζονται έξω ...
[το τυνησιακό εστιατόριο μάλλον χάλασε το φαγητό του οπότε και δε το προτείνουμε...φάγαμε ένα πράγμα όμως που φίλη το ονόμασε χασισόσαλτσα (νοστιμότατο κατεμέ αν και περίεργη γεύση)...ένα χορταρικό ήταν ...τι ακριβώς ουδείς γνωρίζει...mloukhia το όναμα του χορταρικού και μιας και το πέτυχα και ως mouloukhia, μήπως τελικά είναι μολοχία; λέω εγώ τώρα...]

update2: μετά από εμπεριστατωμένη έρευνα στο διαδίκτυυο κατέληξα στο εξής: μολοχία λέγεται η σούπα που φτιάχνεται από μολόχα. Τη σούπα αυτή τη φτιάχνουν κυρίως στην Αιγυπτο αλλά και σε άλλες χώρες τις βορείου Αφρικής. Και τώρα που το καλοσκέφτομαι τη σερβίρουν και σε κείνο το αιγυπτιακό εστιατόριο στην οδό Μετσόβου πίσω από το Μουσείο. Αλεξάνδρεια λέγεται; Το συμπέρασμα μου λοιπόν είναι ότι η χασισόσαλτσα ήταν μολοχόσαλτσα....

η συνταγή λοιπόν:
ψιλοκόβουμε κρεμμύδια ( αλλά όχι πολύ ψιλό), ξεφλουδίζουμε τις σκελίδες σκόρδο ( αλλά τις κρατάμε ολόκληρες), κόβουμε τα κολοκυθάκια σε ροδέλες ( 2εκ για παράδειγμα). Ζεσταίνουμε το λάδι σε βαθύ τηγάνι, σωτάρουμε το κρέας, προσθέτουμε κρεμμύδια και σκόρδα κατόπιν ρίχνουμε ντοματάκια και ψιλοκομμένη τη ντομάτα συν την harissa. Ριχνουμε και νερό για να σκεπαστούν όλα αυτά, βάζουμε και το κύμινο και το κόλιανδρο (σκόνη) και τα ρεβύθια. Τα αφήνουμε να σιγοβράσουν περί τα τρία τέταρτα ( ή τελοσπάντων μέχρι να ψηθούν) και πριν το κατεβάζουμε από τη φωτιά προσθέτουμε ψιλοκομμένο μαιντανό και κόλιανδρο. Σερβίρουμε με κουςκους ή με άσπρο ρύζι ( και ουχί μπασμάτι που το το μάθαμε τώρα και το έχουμε κάνει καραμέλα).
υγ1: κανονικά οι tajines γίνονται σε ειδικό σκεύος ( μία πηλινη γαβάθα με ένα κονικό πάλι πήλινο καπάκι από πάνω).....έχει διαφορά στο αποτέλεσμα αλλά με ένα βαθύ τηγάνι με καάπακι γίνεται η δουλειά
υγ2: οι tajines είναι πιάτο του Maghreb, ανάλογα με τη χώρα υπάρχουν διάφοροποιήσεις αλλά η γενική ιδέα είναι κρέας με λαχανικά ( συχνά και φρούτα ξερά) συν όσπρια.

1.5.08

Le masochisme historique...ca suffit!

...έγραφε το tract που κρατούσε μια φίλη. Εψαξα μετά αλλά δε μπόρεσα να το βρω...Περί εργασίας ο λόγος, στην πορεία της πρωτομαγιάς στην σαρκοζική περίοδο (travailler plus pour gagner plus)...υπό ψιλόβροχο και με το κόσμο να λείπει εδώ και μια εβδομάδα για τις ανοιξιάτικες διακοπές...