27.4.09

Μα τι γίνεται στα Πετράλωνα;

Οκ, η γάτα ξέρει τι γίνεται στα Πετράλωνα. Εχει γράψει στο παρελθόν σχετικώς εδώ και έδώ.

Αφορμή όμως για αυτό το ποστ είναι όμως το γεγονός ότι δύο στα τρία Keywords που οδηγούν στον παρόν μπλογκ είναι οι λέξεις "Πετράλωνα" και "Βραζιλιάνα". Και για τη Βραζιλιάνα έχουμε ήδη γράψει. Γιατί τέτοια μανία με αυτή τη περιοχή και αυτό το μπαρ; Είναι ωραία τα Πετράλωνα, όχι επειδή είμαι γειτόνισα. Απλά είναι ωραία...Ομως τις τελευταίες φορές που πήγα έκρινα ότι ίσως παίρνουν και αυτά τον κακό δρόμο. Πριν 20 χρόνια υπήρχαν τα σουβλάκια του Χάρη. Μαλλον υπήρχε και ο Ζέφυρος όπου η γάτα ΄πήγαινε κάθε καλοκαίρι για να δει τους "Γενναίους του Μπρανκαλεόνε". Υπήρχε μάλλον και ο Οικονόμου και πολλά κουτούκια που δεν υπάρχουν πια. Πριν 15 χρόνια, η γάτα δύσκολα έπειθε κάποιον να πάνε κατά εκεί, ήταν εκτός χάρτη εξόδου της Αθήνας. Πήγαινε όμως με αυτούς τους κουλτουριάρηδες φοιτητές που θέλανε να δουν παλιές ταινίες στο Ζέφυρο. Και όταν η ταινία τελείωνε, ειδικά η βραδυνή παράσταση βρισκόσουν σε μια άδεια γειτονιά...Ησυχία. Πριν περίπου 10 χρόνια, ίσως και λιγότερα, ανοιξε ο περίφημος Λυσιέν, άνοιξαν και οι Πλειάδες και μάλλον τότε έγινε γνωστό και το Οινοθεραπευτήριο. Ηταν ακόμα ήσυχα όμως. Δεν είχαν φτιαχτεί και τα πεζοδρόμια στην Τρώων. Η γάτα πήγαινε συνήθως τα μεσημέρια ή απογεύματα κάνονοντας βόλτα στου Φιλοπάππου, ήταν και μερικοί φίλοι που έμεναν εκεί γύρω και μερικοί περισσότεροι που έμεναν στο Θησείο, ιδανικός προορισμός για ένα καφεδάκι ή μια ήσυχη μπύρα, μακριά από τη βαβούρα του κέντρου. Και μετά άνοιξε η Βραζιλιάνα. Και πολλοί, μάλλον πάρα πολλοί ανακάλυψαν τα Πετράλωνα. Η γάτα χάρηκε που άνοιξε αυτό το μπαρ. Τα παιδιά που το έχουν είναι πάρα πολυ συμπαθητικά, ο χώρος όμορφος, η πλατεία μούρλια, γίνονται και ενδιαφέρουσες εκδηλώσεις. Ομως η γάτα πάει πλέον μόνο απογεύματα εκει. Γιατί το βράδυ η βαβούρα και ο κόσμος δεν αντέχονται. Πολύ βαβούρα, πολύς κόσμος...Δυστυχώς. Τη κυριακή του Θωμά, είχαμε την ιδέα να πάμε για φαγητό στα Πετράλωνα και πάλι, αναζητώντας κάτι ήσυχο. Το σοκ ήταν μεγάλο. Απειρα τα τραπέζια του Οινοθεραπευτηρίου, άπειρα τα τα τραπέζια των νέοαφιχθέντων ετιατορίων στην Κυδαντιδών, άπειρα τα τραπέζια και στην Τρώων. Καθίσαμε στο ουζερί απέναντι από το Ζέφυρο, το οποίο αν δεν απατώμαι, υπήρχε πάντα ως καφενείο (και τώρα μάλλον λέγεται Τσιπουράδικο). Γεματο νέους ήταν αυτή τη φορά και μας φάνηκε ότι ήταν το μόνο ¨φυσιολογικό¨ μέρος. Ενα μέρος που δεν ήταν κάπως στημένο τελοσπάντων. Και ομολογώ ότι οι μεζέδες μας εξέπληξαν ευχάριστα. (σούπερ ψαράκια!). Και ήταν μεσημέρι και είχε ήλιο και η γάτα πέτυχε τυχαία πολλούς γνωστούς γάτους μιας και κάτι έχουν πάθει όλοι με τα Πετράλωνα...Πριν δέκα χρόνια, η απάντηση στην πρόταση της γάτας "Πάμε στα Πετράλωνα" ήταν 90% αρνητική. Τώρα ξαφνικά όλοι λένε ναι. Από τη μία η γάτα χαίρεται γιατί πολύ αγαπάει την πίσω πλευρά του Φιλοπάππου...Από την άλλη όμως δεν θέλει να δει κι άλλη μοντέρνα ταβέρνα να σκάει μύτη στην Τρώων...

Η φωτό είναι κλεμμένη από αυτό το υπέροχο μπλογκ http://cinemahellas.blogspot.com, το οποίο ανακάλυψα αναζητώντας κάποια φωτογραφία από τα Πετράλωνα που να ταιριάζει στο κείμενο. Δε βρήκα καμία ούτε που να ταιριάζει ούτε που να μην ταιριάζει...

Δε βάζω άλλη φωτό, γιατί προτιμώ την εικόνα των Πετραλώνων όπως είναι στο μυαλό μου: Σήμερα, πριν 10 χρόνια, πριν 20 χρόνια

21.4.09

Rachel getting married

Ισως ο καλύτερος τρόπος για να δεις μια ταινία είναι να τη δείς χωρίς να έχεις ακούσει τίποτα για αυτή. Ψάχνοντας ένα βράδυ μέσα σε δεκάδες ταινίες που βρέθηκαν μέσα στον υπολογιστή μου και αναζητώντας κάτι ελαφρύ έπεσα πάνω σε αυτή τη ταινία. Από τον τίτλο έκρινα ότι θα είναι κάποια ρομαντική κομεντί, ανάλαφρη. Και όμως όχι....Για κάποιο λόγο που δεν είμαι σίγουρη ότι μπορώ να εξηγήσω, σκέφτομαι συνεχώς αυτή τη ταινία εδώ και μερικές μέρες. Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι είναι η αμερικάνικη εκδοχή του Festen. Η Κιμ, βγαίνει από το κέντρο αποτοξίνωσης για να πάει στο πατρικό της για μερικές μέρες και να παραβρεθεί το γάμο της αδερφής της. Ο γάμος αυτός και η παρουσία της Κιμ είναι οι αφορμές για να έρθουν στην επιφάνεια δράματα της οικογένειας για τα οποία δεν γινόταν λόγος έως τότε. Παρά τη βαριά ατμόσφαιρα, το περιβάλλον μοιάζει δροσερό, δροσερό όπως η Αν Χαθαγουεη που προσπαθεί να ξεπεράσει τα φαντάσματα του παρελθόντος και ταυτόχρονα να ξαναενταχθεί τόσο στην οικογένεια όσο και στην κοινωνία. Οι σκηνές είναι μακριές με διαλόγους περί ανέμων και υδάτων, κάτι σα γαλλική ταινία, έχοντας στο πίσω πλάνο όλη τη διαδικασία προετοιμασίας ενός ιδιότυπου γάμου μεταξύ ενός μουσικού και μιας ψυχιάτρου. Και όπως σε όλες αυτού του τύπου τις ταινίες, τελειώνει με μία λύτρωση που ζωγραφίζεται υπέροχα στα μάτια των δύο ηρωίδων.

Update: dιαβάζοντας το ποστ του κυρίου Ολντ Μπου, βρήκα τη σωστή λέξη. Αοπλος. Τα γράφει πολυ καλύτερα από μένα για κάποια άλλη ταινία, αλλά περιγράφει αυτό ακριβώς που ήθελα να πω. Οτι δηλαδή είναι πολυ διαφορετικό να βλέπεις μια ταινία χωρίς να ξέρεις τίποτα για αυτή. Με κάποιον τρόπο προσπαθέις να την καταλάβεις, να μπεις μέσα της και όχι να βρεις μέσα σε αυτήν αυτα που έχεις ήδη διαβάσει. Ετσι σου δίνεται η ευκαιρία να αναρωτηθείς γιατί σου αρέσει, χωρίς το βάρος του ότι είναι μια πολυ καλή ταινία και άρα ΠΡΕΠΕΙ να σου αρέσει (μπορεί να ισχύσει και το αντιθετο). Οσο για τη συγκεκριμένη ταινία, μάλλον μου άρεσε γιατί για κάποιο λόγο μου φάνηκε πολυ αληθινή, με την έννοια ότι άγγιζε μια καθημερινή κατάσταση, χωρίς φιοριτούρες, απλά και συγκρατημένα. Είναι και ότι πολλοί γάμοι έχουν πέσει τελευταία, είναι και ότι η γάτα πολυ θα ήθελε ένα κήπο όπως αυτό της ταινίας, είναι και (κυρίως) το γεγόνός ότι πολύ συχνά έχει την αίσθηση ότι δεν επικοινωνεί με το περιβάλλον της :-)

20.4.09

ο Πενάκ, το hopital Sain Louis και ο κύριος Μαλοσέν

Οταν ή γάτα μετακόμισε στη Μπελβίλ, η Κοραλί και η Αμελί αποφάσισουν να τη μυήσουν στο λογοτεχνικό κόσμο του Ντανιέλ Πενάκ. Μέσα από 6 βιβλία ο σύγχρονος γάλλος συγγραφέας περιγράφει τη ζωή και τις περιπέτειας μιας ιδιότυπης οικογένειας στη Μπελβίλ μέσα κυρίως από ψιλοαστυνομικές ιστορίες του κυρίου Μαλοσέν. Η πολυπολιτισμική Μπελβίλ περιγράφεται με το πιο ζωντανό τρόπο, μέσα από σουρεαλιστικές ιστορίες που αν γνωρίζεις αυτή τη περιοχή σου φαίνονται εντελώς αληθινές. Στα ελληνικά έχει μεταφραστεί μόνο το ένα από τα έξι βιβλία, ο Κύριος Μαλοσέν, αλλά για όποιον διαβάζει γαλλικά συνιστούμε ανεπιφύλακτα και τα άλλα πέντε. Και μιας και συνεχώς κάποιο ατύχημα συμβαίνει στην περίφημη οικογένεια, πάντα κάποιος καταλήγει στο Hopital Saint Louis. Τα πράγματα είναι πάντα πιο περίπλοκα, και ο Πενάκ περιγράφει με φλαγυρό τρόπο τους τρόπους διαφυγής από αυτό το δαιδαλώδες και παμπάλαιο νοσοκομειακό συγκρότημα. Και η ΄γατα πάντα λέει ότι αν της συμβεί κάτι, θα ήθελε να νοσηλευτεί εκεί.
Πριν δέκα μέρες, το δεξί της χέρι αποφάσισε να επιτεθεί στο αριστερό. Αιματα κακό, βουρ για το Hopital Saint Louis. Τι χαρά τι ευτυχία! Μόνο που εκεί δεν έχουν ειδική μονάδα για χέρια, έτσι μετά τη διάγνωση στα επείγοντα, έστειλαν τη γάτα στο χειρουργείο του Saint Antoine. Pas mal και αυτό, εκτός Μπελβίλ όμως. Κρίμα, γιατί θα μπορούσε και αυτή να γίνει ηρωίδα του Πενάκ όπως ο Julius le Chien , επιλεπτικό σκυλί που προλέγει τα κακά συμβάντα.

Αλλο γαλαξία....

"Των Ελλήνων οι κονότητες φτιάχνουν άλλο γαλαξία", λέει το τραγούδι. Δε ξέρω αν είναι μόνο των Ελλήνων, προφανώς είναι και άλλων, ξέρω όμως ότι οι κοινότητες στα ξένα φτιάχνουν συχνά άλλους γαλαξίες. Και αν για διάφορους λόγους τα τραγούδια του Σαββόπουλου αντιμετωπίζονται πλέον ως μπανάλ, ξέρω επίσης ότι πολλά από αυτά έχουν στίχους, που κάτι λένε στη γάτα.

Σήμερα (για την ακρίβεια όχι σήμερα, αλλά πριν 10 μέρες) υποστήριξε το διδακτορικό του φίλος γάτος. Και μιας και εδώ δε παντρευόμαστε, η υποστήριξη έχει μια συγκίνηση αντίστοιχη των μυστηρίων της ζωής. Και αφού υποστήριξε και όλα πήγαν περίφημα, καιρός για γλέντι το βράδυ.
Προορισμός τα "Ρούμια" ή πιο επίσημα Chez Arsène, ένα μπαρ-εστιατόριο από την Καραιβική, που ανοίγει όποτε έχουν όρεξη οι δύο παππούδες antillais. Ρούμι με γλυκό του κουταλιού θα ονόμαζα αυτό το παρασκεύασμα που πίνουμε εκεί. (τζίντζερ, ή λεμόνι, ή σταφύλι), φτιαγμένο αργά, πολύ αργά από τον κύριο Arsène, που συ δίνει την εντύπωση ότι ήρθε από άλλο κόσμο και σίγουρα δε θέλει να επικοινωνήσει με τον εδώ κόσμο. Το ρούμι μπορεί να κάνει κανένα μισάωρο να φτιαχτεί, αλλά δε πειράζει, βρισκόμαστε σε ένα χώρο που μοιάζει να έχει μείνει ίδιος τα τελευταία πενήντα χρόνια, σαν αποικιακό καφέ, όπου στιβάζονται λογής περίεργα αντικείμενα. Η τζαμαρίες μεγάλες, κοιτάνε την περιοχή του Marx Dormoy, μια γειτονιά ενδεχομένως κακόφημη που και αυτή παίρνει το δρόμο της σιγά σιγά προς τη gentrification. Και όταν περάσει η 2 τη νύχτα ο κύριος Arsène κατεβάζει τα ρολά, κλείνει την πόρτα και όποιος είναι μέσα μένει...όποιος είναι απέξω έχασε.
Καμιά τριανταριά έλληνες λοιπόν τρώνε και πίνουν ένα ωραίο ανοιξιάτικο βράδυ. Δυο τρεις γάλλοι για δείγμα, και κάποιο νέοι καραιβικανοί στο μπαρ, μόνιμοι θαμώνες. Κάποιος παίρνει τη κιθάρα, και το ρούμι συνδυάζεται με αντάρτικα τραγούδια. Το ρεπερτόριο μεγάλο, ένας νεαρός καραιβικανός ζητάει κάποια στιγμή την κιθάρα και τραγουδά κάτι που θα μπορούσε να είναι αμανές...Μπορεί και όχι. Το τραγούδι συνεχίζεται, οι φίλοι γάλλοι ρωτούν τη τραγουδάμε...αντε να μεταφράσεις τώρα. Απόψε ο Arsène θέλει να κοιμηθεί νωρίς. Μας διώχνει σιγά σιγά. Ο μικρός σκοτεινός δρόμος της Doudeaville, είναι πια φωτισμένος και έχει καινούργια πεζοδρόμια. Χωρίς αρχαιότητες και χωρίς ορθοδοξία, ο γαλαξίας διαλύεται στα στενά του 18ου διαμερίσματος.

12, rue Doudeauville 75019, Paris

1.4.09

Είναι που λείπεις εσύ (αυτή τη Κυριακή)


Σάββατο και απόβραδο

Η γάτα αποφασίζει να πάρει το μετρό για μια απόσταση 15 λεπτά με τα πόδια. Παράλογο μεν αλλά κάνει κρύο, φοράει και τα καλά της για να πάει σε πάρτυ...Μπαίνει λοιπόν για τις δύο στάσεις...Και εκεί κάπου ανάμεσα στο Jaures και στο Louis Blanc, το μετρό βγάζει κάτι περίεργους ήχους. Στοπ. Ακινητοποιείται στη μέση του τούνελ. Ο οδηγός πανικοβάλλεται. Η ώρα περνά, στο βαγόνι μόνο 2-3 άνθρωποι. Το πάρτυ έχει αρχίσει και η γάτα είναι εγκλωβισμένη σε ένα τούνελ. Η ιδέα να βγει να περπατήσει στις ράγες μαζί με τα ποντίκια δεν της αρέσει καθόλου. Το δράμα λήγει μετά από τρία τέταρτα. Και η γάτα φτάνει στο πάρτυ. Για άλλη μια φορά εντυπωσιάζεται με το πως χωράνε 40 άτομα σε 28 τεταγωνικά (μαζί με τα έπιπλα, τη κουζίνα, τη μπανιέρα και ό,τι άλλο έχει ένα σπίτι). Ολοι οι καλοί χωράνε. Ολίγοι γάλλοι (αν και η οικοδέσποινα γαλλίδα), μερικοί ισπανοί, και πολλοι έλληνες (ενοικιαζόμαστε για πάρτυ, πληροφορίες εδώ). Ανάμεσα σε ολίγον ροκ, ολίγον manu chao, αρκετό Claude Francois*, πετάγονται και τα Ημισκούμπρια. Διεθνής η απήχηση, πιο πολύ και απο τον Μανού.
Ξημερώνει κυριακή και οι στίχοι συνεχίζουν..."Είναι που λείπεις εσύ, το χαμόγελό σου
λείπει η ζωή μου η μισή κι ότι είν' δικό σου"



Και αυτός είπε ότι άλλαξε η ώρα και μπερδεύτηκε και άρα δε προλαβαίνει το σινεμά στις 4. Ωραία. Και τώρα τι κάνουμε; Τηλεφωνούμε στο μουσιού Αλκης για να πάμε βόλτα. Η βόλτα γίνεται καφές στην πιο τέλεια γωνία του Παρισιού. Ερχονται και άλλοι από το χθεσινό πάρτυ. Ηλιος, καρότσια, άπειρα σκυλιά, όλοι έχουν βγει έξω για βόλτα. Βόλτα και εμείς μέχρι το σπίτι του πάρτυ για καθάρισμα...Για δες που δε χρειάζεται και πολλά....Μήπως να φάμε ένα χάπουργκερ; Ανεβαίνουμε το κανάλι. Προορισμός το έταιρο σουπερ καφέ. Μπύρες αυτή τη φορά. Μήπως όμως το χάμπουργκερ δεν είναι αρκετό. Βουρ για το Ave Maria. Να περιγράψει κανείς αυτό το μέρος είναι μάλλον αδύνατο. Το κιτσ στο έπακρο, γιγαντιαίες μερίδες βραζιλιανο-αφγανικο-ινδικο-αφρικανικών σπεσιαλιτέ παρέα με καιπιρίνια φράουλα και μάνγκο υπό τη μουσική υπόκρουση του "Ο, τι να ναι" . Φάγαμε, ήπιαμε...και τώρα; Να πάμε σε συναυλία. Είναι 10 το βράδυ και γυρίζουμε ολημερίς. Σπίτι ολοταχώς. Η Ντισκοτέκ μπορεί να περιμένει!

* βλέπε επόμενο ποστ

Ave Maria: 1, Rue Jacquard, 75011 Paris



6 Milliards d'Autres

Το Grand Palais κρύβει πάντα και άλλους θησαυρούς: Χτίστηκε αρχικώς για να φιλοξενήσει τη Παγκόσμια Εκθεση του 1900 και έκτοτε φιλοξενεί κυρίως περιοδικές εκθέσεις. Στο κέντρο του Grand Palais βρίσκεται η Nef (ο κύριος ναός δηλαδή) ένα γιγαντιαίο αίθριο δέκα τεσσάρων χιλιάδων τετραγωνικών μέτρων που σκεπάζεται από ένα μεταλλικό και γυάλινο θόλο ο οποίος νομίζεις ότι φτάνει μέχρι τον ουρανό. Μέσα σε αυτόν τον εντυπωσιακό χώρο στήθηκε μόνο για λίγες ημέρες μια εκδήλωση που ξεφεύγει από την έννοια της καλλιτεχνικής έκθεσης που συνήθως παρουσιάζεται εκεί. Πρόκειται για την έκθεση 6 Δισεκατομμύρια Άλλοι (6 Milliards D' Autres), μια ιδέα του Γιαν Αρτίς - Μπερτράν, φωτογράφου, δημοσιογράφου και ρεπόρτερ ο οποίος είναι κυρίως γνωστός από το βιβλίο φωτογραφιών «Η Γη Ιδωμένη Από Τον Ουρανό», μια υπέροχη συλλογή τοπίων όλης της γης. Κατά τη διάρκεια αυτού του project μια ημέρα το ελικόπτερο που χρησιμοποιούσε ο φωτογράφος έπαθε βλάβη και χρειάστηκε να περάσουν ένα εικοσιτετράωρο σε ένα ξεχασμένο χωριό του Μάλι. Εκεί συνομιλώντας με ένα κάτοικο για την καθημερινότητα του, τους φόβους του και τις ελπίδες του, άρχισε να αναρωτιέται με ποιον τρόπο θα μπορούσε να μάθει περισσότερα σχετικά με τους άνδρες και τις γυναίκες που έβλεπε από το ελικόπτερο του. Οπως λέει ο ίδιος «σήμερα πρέπει να μάθουμε να ζούμε όλοι μαζί. Να πάμε προς τον Αλλον για να τον καταλάβουμε. Είμαστε πάνω από έξι δισεκατομμύρια πάνω στη γη και ο μόνος τρόπος για να συνεχίσουμε να υπάρχουμε είναι να ζήσουμε μαζί.

Το έργο «6 Δισεκατομμύρια Άλλοι» αφορά τον καθένα από εμάς και είναι ταυτόχρονα μια πρόκληση για να δράσουμε. Ελπίζω ο καθένας να έχει τη διάθεση να κάνει αυτές τις συναντήσεις, να ακούσει τον Άλλον και να δώσει και αυτός τη μαρτυρία του». Το 2003 και για πέντε χρόνια έξι ρεπόρτερ πηγαίνουν σε εβδομήντα πέντε χώρες και παίρνουν πέντε χιλιάδες συνεντεύξεις. Από τον Βραζιλιάνο ψαρά μέχρι την Αυστραλή δικηγόρο και από τον Γερμανό καλλιτέχνη μέχρι τον Αφγανό αγρότη όλοι απαντούν στις ίδιες σαράντα ερωτήσεις: «Τί μάθατε από τους γονείς σας; Τί είναι αγάπη; Ποιοι είναι οι φόβοι σας; Θέλετε να φύγετε από τη πατρίδα σας; Γιατί; Τί ονειρευόσασταν όταν είσαστε μικροί;» Το εγχείρημα απαιτούσε τη συνεργασία διάφορων φορέων και μη κυβερνητικών οργανώσεων μιας και πέραν από τις ευρωπαϊκές χώρες οι συνεντεύξεις έγιναν και σε φυλακές μεταναστών, σε εμπόλεμες ζώνες, σε ξεχασμένα χωριά...Οι ρεπόρτερ εστίασαν στα πρόσωπα. Γκρο πλαν που χωράει ίσα - ίσα το πρόσωπο...Στον εντυπωσιακό χώρο της Nef στήνονται σαράντα «καλύβες» για κάθε ερώτημα. Μέσα σε κάθε μια σε μια οθόνη προβάλλονται υπέροχα μονταρισμένες οι απαντήσεις. Διαφορετικά πρόσωπα δίνουν άλλοτε παρεμφερείς και άλλοτε τόσο διαφορετικές απαντήσεις. Και έχεις την αίσθηση ότι ο κάθε ερωτώμενος απαντά σε εσένα προσωπικά, σε κοιτάζει στα μάτια και σου εξομολογείται αυτό που νιώθει.

Εξαιρετικά ενδιαφέρον και το making of, μια πενηντάλεπτη ταινία όπου πλέον δεν είσαι πρόσωπο με πρόσωπο με τον Άλλον» αλλά τον βλέπεις στον χώρο του και με τους δικούς του ανθρώπους. Βλέπεις επίσης τη δουλειά των ρεπόρτερ, το πως μερικές φορές μια ερώτηση που μπορεί να μας φαίνεται απλή για κάποιους άλλους είναι ερώτημα που δεν υφίσταται. Ή επίσης το πως κάποιοι άλλοι σκέφτονται με ένα τρόπο πολύ μακρινό από αυτό που έχουμε συνηθίσει (ή άλλες φορές τρομακτικά κοντινό). Θα μπορούσε κάποιος να πει ότι το όλο εγχείρημα έχει μια αφέλεια και δεν θα ήταν εντελώς λάθος. Όμως αυτό που σε κερδίζει στο αποτέλεσμα είναι τα πρόσωπα αυτών των ανθρώπων, τόσο οικεία αλλά ταυτόχρονα και τόσο μακρινά. Και τα συναισθήματα όλων, ο τρόπος με τον οποίο αυτά εκφράζονται, το γέλιο και το κλάμα της γυναίκας που σου μιλάει για την αγάπη ή του παππού που σου μιλάει για το θάνατο. Βγαίνοντας από το Grand Palais το Παρίσι μοιάζει ξαφνικά άδειο και μικρό. Ο κόσμος είναι πολύς στα Ηλύσια Πεδία αλλά νιώθεις ξαφνικά να βρίσκεσαι κάπου πολύ μακριά από εκεί και μαζί με έξι δισεκατομμύρια «Άλλους». Το επόμενο πρωί, καθισμένο σε ένα καφέ της Μπελβίλ - μιας γειτονιάς που συγκεντρώνει πολλές και διαφορετικές εθνότητες -, η Βουνίσια Γάτα χαζεύει τους περαστικούς και ίσα που συγκρατείται να μην ρωτήσει «Ποια είναι η πρώτη σας ανάμνηση; Τί θα θέλατε να αλλάξετε στη ζωή σας; Αισθάνεστε ελεύθεροι;»...

(το κείμενο γράφτηκε για το movieworld)

http://www.6milliardsdautres.org/

Τελευταίοι πειρασμοί

[Η γάτα εξαφανίστηκε: Ενδιάμεσα πήγε στο Vercors, στην Isola, στη La Grave, πετάχτηκε νοητικώς στην Κωνσταντινούπολη, πέρασε από Αθήνα...μάζεψς τρελό υλικό αλλά δεν είναι ακόμα σε θέση να γράψει για αυτά...Προς το παρόν ασχολείται με τον τελευταίο πειρασμό]


Πρώτα εμφανίστηκαν αυτά τα διαολεμένα τσηζκεηκ με γεύη λεμόνι. Σε αυτά τα καταπληκτικά γυάλινα βαζάκια που χρησιμοποιούνται μετά για χίλιες δυο χρήσεις. Μετά χτύπησαν τα τσηζκέηκ με γέυση μύρτιλο, λιγότερα ξινά αλλά το ίδιο διαολεμένα. Και μετά, ήρθε το τελειωτικό χτύπημα. Αναζητώντας τα βαζάκια σε σουπερμάρκετ που δε φημίζεται πολύ για τις γκουρμεδιές του, εμφανίστηκαν μπροστά στη γάτα οι verrines au chocolat....Σταθερή στις προτιμήσεις της η γάτα απλωσε το χέρι, πήρε μια συσκευσασία αν και δε πολυεμπιστεύεται τις κρέμες σοκολάτας των σουπερμάρκετ. Μαλίστα την προηγούμενη είχε γευτεί μια υπέροχη μους σοκολάτα από τον τυρά της γειτονιάς. Ποια άλλη σοκολάτα θα μπορούσε να ανταγωνιστεί αυτή τη θεσπέσια μους; Κι ομώς όταν άνοιξε τη συσκευσία, πετάχτηκε έξω αυτό το μαύρο ποτηράκι. Μικρό φάνηκε στη γάτα, γι αυτό και χρησιμοποίησε τα μικρά κουταλάκια. Πρώτη μπουκιά...Συναγερμός, δεύτερη μπουκιά καταστροφή..., τρίτη μπουκιά και η γάτα σε ντελίριο!!!! Δεν είναι απλά μια καλή κρέμα σουπερμάρκετ. Πρόκειται για μια έκσταση γεύσης αντάξια του καλύτερου ζαχαροπλαστείου...


Για την ιστορία: Ο δημιουργός της συγκεκριμένης μάρκας είναι άγγλος που έζησε για μερικά χρόνια στο Βέλγιο. Συνήθισε στις ωραίες σοκολάτες και γυρνώντας στο Λονδίνο, είπε "Μα γιατί να μην είναι προσιτές αυτές οι γέυσεις δίπλα στο σπίτι του καθενός; Γιατί να πρέπει να τρέξεις στην άλλη άκρη της πόλης για να βρεις το υπερζαχαροπλαστείο;" Και έτσι ξεκίνησε να φτιάχνει τα γλυκάκια. Συμφωνούμε μαζί του μιας και η σοκολάτα είναι είδος πρώτης ανάγκης. Πολλές υστερίες θα είχαν αποφευχτεί αν σε κάθε Εβγα υπήρχε μια τέτοια verrine ή τουλάχιστον ένα τέτοιο τζηζκεηκ λεμόνι!